«Το Σούπερ Μάρκετ», Χρονογράφημα του Τρύφωνα Ούρδα |
Ως καταναλωτικός άνθρωπος κι εγώ, προχθές λίγο πριν τα Ευαγγελισμού, πήγα να ψωνίσω σ’ ένα από τα «σούπερ μάρκετ» της πόλης μας. Μου φάνηκε παράξενο μάλιστα, γιατί αυτή τη φορά δεν κράταγα στα χέρια μου λίστα με τα ψώνια. Τώρα πήγαινα αποκλειστικά και μόνο να πάρω ένα σακουλάκι αλάτι. Ναι αυτό μόνο! Μου θύμισε την εποχή εκείνη στο χωριό μας, που πηγαίναμε στο φτωχομπακάλικο για να πάρουμε ένα πράγμα, γιατί για τα πολλά δεν έφτανε και η τσέπη!
Έφτασα λοιπόν και από τις αυτόματες πόρτες μπήκα μέσα. Όπως συμβαίνει πάντα σ’ αυτά τα μαγαζιά, πάνω στα μακρόστενα ράφια του, αντίκρισα πληθώρα αγαθών. Και φυσικά πελάτες να τα περιεργάζονται. Άλλοι απ’ αυτούς χωρίς πολύ σκέψη να τα παίρνουν και να τα βάζουν στο καροτσάκι τους, άλλοι να τα απορρίπτουν και να τα ξαναβάζουν στη θέση που τα πήραν και άλλοι να πιάνουν συζήτηση μπροστά σ’ αυτά, εξαίροντας ή κατηγορώντας την ποιότητά τους.
Τώρα… εδώ βέβαια, θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε και ένα άλλο είδος πελατών. Αυτών δηλαδή που πάνε εκεί και δεν παίρνουν τίποτα. Πάνε εκεί μόνο και μόνο για να ξεσκάσουν!
Χωρίς να ξέρω σε ποιο ακριβώς σημείο βρίσκεται το αλάτι, είπα να το ψάξω, κάνοντας παράλληλα και μια βόλτα μέσα στο κατάστημα. Να δω και να απολαύσω τα πράγματα που πουλούσε και «εν πάση περιπτώσει», να δω αυτά που κυκλοφορούν στον κόσμο μας και τα τρώει ο «κάθε» άνθρωπος που έχει «βαρύ» πορτοφόλι και ο «κάθε» άνθρωπος που δεν έχει τέτοιο, αλλά ούτε καν πορτοφόλι. Τι πειράζει όμως για τον δεύτερο. Φτάνει που τα χορταίνει με το μάτι του!
Έτσι ψάχνοντας, και το δικό μου μάτι, έπεσε πάνω σε κάτι πολύχρωμα χάρτινα κουτάκια. Όλο περιέργεια παίρνω το ένα από αυτά στο χέρι μου και απ’ έξω διαβάζω: «Σοκολατάκια πολυτελείας» Το φέρνω καλύτερα στα μάτια μου και διαβάζω επίσης, ότι τα σοκολατάκια είναι προέλευσης… ότι έχουν αυτά τα συστατικά και ότι η τιμή τους είναι…
-Καλή ιδέα, λέω από μέσα μου να πάρω ένα. Άνθρωπος είσαι, καμιά φορά εκεί στο σπίτι που κάθεσαι, λιμπίζεσαι το γλυκό. Έτσι παίρνεις ένα από αυτά και βγάζεις το μεράκι σου!
Πήρα το κουτί και κρατώντας το στο χέρι μου, μια και δεν είχα καλαθάκι, τράβηξα παρακάτω περίεργος να δω και άλλα πράγματα που θα μ’ ‘έκαναν να τα προσέξω.
Έτσι στο τέλος του διαδρόμου, αυτή τη φορά όμως στα δεξιά ράφια, μέσα στα άλλα προιόντα, την προσοχή μου τράβηξαν κάποια μεταλλικά κουτιά. Απ’ έξω τους είχαν ζωγραφισμένα μήλα, αχλάδια και ροδάκινα. Σκύβω πιο κοντά και διαπιστώνω πως είναι κομπόστες. Μάλιστα τοπικής γνωστής κονσερβοποιίας.
-Δεν είναι και άσχημη ιδέα, λέω με τον νου μου, να τρως τέτοια φρούτα τώρα την Άνοιξη. Και όπως γράφει από έξω πως είναι και «χωνευτικό» προιόν, είναι ότι πρέπει να το γευτείς μετά από ένα βαρβάτο και «άτσαλο» μεσημεριάτικο γεύμα.
Χωρίς πολύ περαιτέρω σκέψη, πήρα και απ’ αυτά δυο-τρία κουτιά στα χέρια μου και αρκετά ικανοποιημένος για την αγορά τους, προχώρησα στον επόμενο διάδρομο με τα άλλα προιόντα που είχε στα ράφια του το κατάστημα.
Εδώ το ενδιαφέρον μου τράβηξαν τα πολύ ωραία ζαρζαβατικά! Τοποθετημένα όλα σε «στρατιωτική» σειρά μέσα στις προθήκες και φωτισμένα κατάλληλα από πάνω τους, έδειχναν σαν να ήταν ζωντανά και να θέλουν να σου «μιλήσουν». Σωστές ζωγραφιές! Ειδικά εκείνες οι ντομάτες με το κατακόκκινο χρώμα τους, ήταν τόσο φινετσάτες και τόσο προκλητικές που σε έκαναν να θέλεις οπωσδήποτε να τις αγοράσεις. Βέβαια στο σημείο αυτό θα μου πείτε, ότι τα πράγματα αυτά τα αγοράζεις για τη νοστιμιά τους, και όχι για την «ομορφάδα» τους, μια και τα τρώμε. Τέλος πάντων, αυτή την ώρα μπροστά στο θαυμασμό που σου προκαλεί η εικόνα τους, τα υπόλοιπα περισσεύουν…
-Δεν παίρνω λέω και απ’ αυτές να έχουμε στο σπίτι. Άλλωστε η σαλάτα που γίνεται με αυτά τα ζαρζαβατικά, πάει με πολλά φαγητά που στρώνονται στο τραπέζι.
Με τα πολλά, αφού διάλεξα τις καλύτερες, γέμισα και απ’ αυτές μια σακούλα, πάλι αρκετά ικανοποιημένος και γι’ αυτή μου την αγορά… Έτσι κρατώντας τώρα με το «ζόρι» τα ψώνια στα χέρια μου, συνέχισα την περιήγησή μου μέσα στο θαυματουργό σούπερ μάρκετ, αναζητώντας καινούριες συγκινήσεις!
Προτού όμως να κάνω ένα βήμα και να κοιτάξω κάτι άλλο, έπεσα πάνω στον φίλο μου τον Λευτέρη. Χονδρούτσικος και αφράτος όπως ήταν, ποιος θα μπορούσε να αμφιβάλλει για τις αδυναμίες του στο καλό φαγητό! Εξ άλλου μ’ αυτόν όποτε βγαίναμε σε κάποιο ουζερί για να «τσιμπήσουμε» και να πιούμε, κανένας μας δεν μπορούσε να τον προλάβει στο «πιρούνι» και στο ποτό. Γι αυτό πάντα, πολύ σωστά λέγαμε πως αυτόν, «καλύτερα είναι να τον ντύνουμε, παρά να τον ταίζουμε», σοφή παροιμία που λέει ο λαός μας.
-Ρε, μου λέει ο Λευτέρης μετά από μια σύντομη κουβέντα για το πώς είμαι και αυτά τα τυπικά. Πήγες μου λέει στο τέλος αυτού του διαδρόμου να δεις τι εξαιρετικά μανιτάρια και τι νόστιμα μύδια έχει το μαγαζί! Είναι ότι πρέπει τώρα για τη νηστεία της Σαρακοστής. Χτες πήρε η γυναίκα μου μια «δόση» και τώρα εγώ ήρθα να πάρω κι άλλα, γιατί πολύ μας άρεσαν. Τρέξε μου συστήνει, τρέξε τώρα… να προλάβεις να πάρεις, επειδή έχουν πολύ ζήτηση και θα τα εξαφανίσουν!
-Αμάν ρε φίλε μου, του λέω κι εγώ, σχεδόν «τρομοκρατημένος», που έχασα τέτοιο «κελεπούρι». Που βρίσκονται βρε αδερφέ μου του ξαναλέω αυτά τα πράγματα εδώ μέσα στο κατάστημα, να κάνω γρήγορα να πάω να τα πάρω, μην χάσω την ευκαιρία!
Τότε ο καλός μου φίλος, μ’ έπιασε ελαφρά απ’ τον ώμο και με οδήγησε μπροστά τους. Πραγματικά εκ πρώτης όψεως τα προτεινόμενα μου φάνηκαν άριστα. Και όταν όπως ξέρουμε το μάτι σου τα κρίνει έτσι, τότε είναι θέμα δευτερολέπτων η απόφασή σου για να τα ψωνίσεις.
-Ας πάρω λέω και απ’ αυτά! Έχουμε ακόμα αρκετό καιρό για την νηστεία. Όλο και κάποια μέρα μ’ αυτά θα την καλύψουμε με φαγητό. Ύστερα διευκολύνω και την οικογένεια στο καθημερινό της προβληματισμό για την επιλογή του μενού. Να λοιπόν η ευκαιρία να αποδείξω, πως συμμετέχω και εγώ σ’ αυτήν την ταλαιπωρία της, δίνοντας μάλιστα και λύσεις!
Με λίγα λόγια, φορτώθηκα και απ’ αυτά τα προιόντα και αγαθά και όπως ήμουνα έτσι φορτωμένος, παραφορτωμένος θα έλεγα, «δίκην γνωστού συμπαθέστατου τετράποδου», σχεδόν έτρεξα για το ταμείο, πριν τα ψώνια μου φύγουνε απ’ τα χέρια και τα ψάχνω στο δάπεδο. Πλήρωσα, τα έβαλα σε μια πλαστική σακούλα και έφυγα για το σπίτι.
Φτάνοντας τα έβγαλα ένα-ένα πάλι απ’ αυτή και τα εναπόθεσα πάνω στο τραπέζι. Ενώ τα τοποθετούσα έκανα ειδική μνεία για το καθένα, πόσο ωφέλιμα είναι για τον οργανισμό μας και το πόσο απαραίτητα για την οικογένεια, εκθειάζοντας κάπου-κάπου και τον εαυτό μου για την έξυπνη αγορά τους.
-Πολύ καλά, μου είπαν τότε όλοι στο σπίτι, παραβλέποντας τις υπερβολές μου. Καλά έκανες και τα ψώνισες όλα αυτά, αν και προς το παρόν έχουμε άλλα πράγματα με τα οποία θα μπορούσαμε να καλύψουμε τις ανάγκες μας σε φαγητό. Αλλά για πες μας, εσύ για να αγοράσεις αλάτι δεν πήγες στο ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ; Αλάτι όμως δεν βλέπουμε!
Ειλικρινά όταν άκουσα την ερώτηση έμεινα άναυδος! Αισθάνθηκα το ταβάνι να πέφτει στο κεφάλι μου! Να πέφτω από τα σύννεφα και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε για την περίπτωση! Δεν ήξερα τι να απαντήσω και πώς να δικαιολογήσω τον εαυτό μου γι αυτό που μου συνέβη, χωρίς να το καταλάβω. Προσπάθησα βέβαια να το κάνω. Με τι επιχειρήματα όμως;
Τελικά βρήκα τη διέξοδο. Το απέδωσα στην «άκρως καταναλωτική» κοινωνία μας! Αυτήν την κοινωνία που μας θέλει όλους «δεινούς» καταναλωτές της αγοράς. Που τις περισσότερες φορές μας βάζει μπροστά σε «φανταστικές» ανάγκες. Μια κοινωνία που έχει «μανία» να αγοράζει και να καταναλώνει χωρίς να υπάρχει ανάγκη. Και το χειρότερο! Που μας κάνει να «ξεχνάμε» τα αγαθά που «όντως» έχουμε ανάγκη και μας φτάνουν να ζήσουμε!
Πάει η εποχή των πραγματικών αγορών στον «μπακάλη» και βέβαια στο κάθε μαγαζί.
Φυσικά και εμείς λέμε, ότι και…εδώ πάμε μπροστά..!
Νά κάνε ο κύριος δήμαρχος της Αριδαίας ένα σούπερ μάρκετ για τους ανθρώπους που έχουν πολύ ανάγκη
ΑπάντησηΔιαγραφήχα..χα.. σωστος ο Τρυφωνας, καλα τα λεει.
ΑπάντησηΔιαγραφήShopping therapy
ΑπάντησηΔιαγραφή