Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Ειδική Γλωσσική Διαταραχή και Εκπαίδευση

Γράφει η Ολυμπία Χ. Χουρσόγλου

Η γλώσσα είναι ένα σύστημα ήχων (φθόγγων) και εννοιών που χρησιμοποιούν οι ανθρώπινες κοινότητες για να επικοινωνήσουν. Η κατάσταση του λόγου είναι τόσο φυσική όσο το να βλέπει κανείς ένα παιδί να μεγαλώνει ή να παίρνει βάρος και ακολουθεί μια συνεπή και προβλέψιμη πορεία. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, η απλή έκθεση στο λόγο δεν είναι αρκετή και η ομιλία δεν ξεκινά την προκαθορισμένη στιγμή ούτε εξελίσσεται ομαλά. Κάποιες φορές συμβαίνει το παιδί να μη μιλά καθόλου ή να οργανώνει το λόγο του αφύσικα, παρουσιάζοντας με αυτόν τον τρόπο μια διαταραγμένη ομιλία.

Ορισμός

Στο πλαίσιο των Αναπτυξιακών Γλωσσικών Διαταραχών εμπίπτει και η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή. Χαρακτηρίζεται από σημαντική απόκλιση ή καθυστέρηση στην ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων, η οποία δεν οφείλεται σε νευρολογικά, αισθητηριακά, νοητικά ή συναισθηματικά ελλείμματα και εκδηλώνεται παρά το κατάλληλο κοινωνικό και μαθησιακό περιβάλλον. Οι γλωσσικές δυσκολίες επηρεάζουν την απόδοση του παιδιού στο σχολείο, σε άλλες δραστηριότητες ή στην επικοινωνία.

Η ΕΓΔ μπορεί να είναι εκφραστικού τύπου (η ικανότητα του παιδιού να εκφράζεται με προφορικό λόγο βρίσκεται κάτω από το αντίστοιχο επίπεδο για τη νοητική ηλικία του), αντιληπτικού τύπου (η ικανότητα κατανόησης του λόγου από το παιδί βρίσκεται κάτω από το αντίστοιχο επίπεδο για τη νοητική ηλικία του) ή μικτή.

Αιτιολογία

Η αιτιολογία της δεν είναι ξεκάθαρη. Διάφορα ευρήματα μελετών υποδεικνύουν διαφορετικές δομικές και εκτελεστικές λειτουργίες του εγκεφάλου σε παιδιά, που σχετίζονται με την αντιληπτική και εκφραστική γλωσσική επεξεργασία. Ακόμη, φαίνεται να έχει γονιδιακό υπόβαθρο. Αυτό σημαίνει ότι σε ένα παιδί υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης γλωσσικών διαταραχών αν το παιδί αυτό έχει γονείς με γλωσσικές διαταραχές. Ωστόσο, η εκδήλωση της διαταραχής εξαρτάται από ένα συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, οι οποίοι αλληλεπιδρούν οι μεταξύ τους.

Τα παιδιά με ΕΓΔ παρουσιάζουν έναν διαφορετικό ρυθμό γλωσσικής εξέλιξης, πιο αργό από τους συνομήλικους τους. Έχουν στο ιστορικό τους μια χρονολογική καθυστέρηση στην απόκτηση γλωσσικών ορόσημων (πρώτη λέξη, πρώτη φράση), ανώριμη ή αποκλίνουσα παραγωγή ήχων του λόγου, περιορισμένο λεξιλόγιο στην έκφραση και στην κατανόηση, ενώ παρουσιάζουν σημαντική καθυστέρηση στην εισαγωγή ρημάτων στο λεξιλόγιό τους.

Κλινική Εικόνα παιδιών με ΕΓΔ

Η διαταραχή χαρακτηρίζεται από ελλείμματα σε όλους τους τομείς του λόγου, πιο συγκεκριμένα στη μορφή (φωνολογία, μορφοσύνταξη), στο περιεχόμενο (σημασιολογία) και στη χρήση (πραγματολογία).

Τα πρώτα σημάδια που προειδοποιούν τους γονείς να αναζητήσουν βοήθεια από κάποιον ειδικό, παρουσιάζονται ήδη από την προσχολική ηλικία. Εκεί, λοιπόν, που κανείς περιμένει πως το παιδί θα πει τις πρώτες μία, δύο συνειδητές λέξεις του γύρω στη ηλικία των δώδεκα μηνών, ή να αναπτυχθεί ένα λεξιλόγιο δέκα έως είκοσι λέξεων μέχρι την ηλικία των δύο ετών και να εμφανιστούν φρασούλες δύο, τριών λέξεων , ή να εμφανιστούν σωστές προτάσεις περισσότερων λέξεων γύρω στα τρία χρόνια, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει «στην ώρα του», όλα αργοπορούν.

Τα μεγαλύτερα παιδιά (μαθητές) παρουσιάζουν συχνά περιορισμούς στην ανάπτυξη του γραπτού λόγου, συμπεριλαμβανομένων των προβλημάτων της κατανόησης ενός κειμένου, της ορθογραφίας και της παραγωγής δοκιμίων για τις σχολικές εργασίες. Προβλήματα στην κοινωνική χρήση της γλώσσας, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια αλληλεπίδρασης με συνομηλίκους, συχνά εμφανίζονται στα παιδιά αυτά.

Παιδιά με ΕΓΔ συχνά εμφανίζουν γλωσσική καθυστέρηση, μη καταληπτή ομιλία, φτωχό λεξιλόγιο, αποφεύγουν σύνθετες λέξεις, ενώ οι προτάσεις τους είναι πολύ απλές για την ηλικία τους. H συντακτική και γραμματική τους δομή παρουσιάζει προβλήματα και δυσκολεύονται να διηγηθούν γεγονότα με τη σωστή σειρά. Αναλόγως χαρακτηρίζεται και ο γραπτός τους λόγος: ορθογραφικά (γραμματικά) λάθη, ασύνδετες – εκτός θέματος – προτάσεις, επαναλήψεις, μικρές προτάσεις χωρίς εννοιολογικό περιεχόμενο.

Τα παιδιά με ΕΓΔ έχουν μετέπειτα υψηλό κίνδυνο εμφάνισης δυσκολιών στον γραπτό λόγο, με αποτέλεσμα χαμηλές μαθησιακές και σχολικές επιδόσεις. Επιστημονικές έρευνες καταδεικνύουν πως το 50% των παιδιών με ΕΓΔ θα αναπτύξει μαθησιακές δυσκολίες ή δυσλεξία .

Έρευνες διαπιστώνουν ότι τα παιδιά με ΕΓΔ εμφανίζουν προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις στο σχολικό και οικογενειακό περιβάλλον και χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Συμπέρασμα

Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή επηρεάζει την καθημερινότητα των παιδιών, συλλήβδην. Ως αναπτυξιακή διαταραχή, όμως, επιδέχεται πρώιμης παρέμβασης και αξιολόγησης από επαγγελματίες λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, ειδικούς παιδαγωγούς, οι οποίοι θα σχεδιάσουν το θεραπευτικό σχήμα.

Ως εκ τούτου , με κριτήριο πως το κάθε άτομο-παιδί είναι μοναδικό και παρουσιάζει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και πως βασική προϋπόθεση είναι η εξατομικευμένη προσέγγιση και εκπαίδευση , μπορούν τα προβλήματα που τυχόν εμφανίζει κάθε παιδί να εξαλειφθούν ή έστω να βελτιωθούν. Εφαρμόζοντας προγράμματα διδασκαλίας της προφορικής γλώσσας και επικοινωνίας , και με την προσπάθεια αποκατάστασης του αυτοσεβασμού και της αυτοεκτίμησης και της θετικής αυτό –εικόνας του ίδιου του παιδιού τα αποτελέσματα θα είναι σημαντικά.

Η πρώιμη παρέμβαση, για ακόμη μία φορά, αναδεικνύεται η καλύτερη επιλογή!

Ολυμπία Χ. Χουρσόγλου
Φιλόλογος - Ειδική Παιδαγωγός